- πάρμη
- ἡ, Αείδος κυκλικής ασπίδας τών Ρωμαίων ιππέων και τών ψιλών οπλιτών.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. parma «είδος ασπίδας»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πάρμη — light shield fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμαι — πάρμη light shield fem nom/voc pl πάρμᾱͅ , πάρμη light shield fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμην — πάρμη light shield fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμης — πάρμη light shield fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμα — πάρμᾱ , πάρμη light shield fem nom/voc/acc dual πάρμᾱ , πάρμη light shield fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμας — πάρμᾱς , πάρμη light shield fem acc pl πάρμᾱς , πάρμη light shield fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πάρμᾳ — πάρμαι , πάρμη light shield fem nom/voc pl πάρμᾱͅ , πάρμη light shield fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ασπίδα — Αμυντικό όπλο το οποίο αποτελείται από έλασμα ποικίλου σχήματος, κατασκευασμένο από διάφορα υλικά και συγκρατούμενο με τον αριστερό βραχίονα για προστασία του πολεμιστή από τα εχθρικά όπλα. Κατ’ αναλογία λέγεται α. ή ασπίδιο και το χαλύβδινο… … Dictionary of Greek
πάρμαν — πάρμᾱν , πάρμη light shield fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)